Πέμπτη 25 Νοεμβρίου 2010


ΔΙΔΑΧΗ ΤΩΝ ΔΩΔΕΚΑ
ΑΠΟΣΤΟΛΩΝ
(Στη Δημοτική)
ΔΙΔΑΧΗ      ΔΩΔΕΚΑ   ΑΠΟΣΤΟΛΩΝ
Διδαχή  του  Κυρίου  δια των  δώδεκα    αποστόλων  στα έθνη.
Δι­δα­χή του  Κυ­ρί­ου διά των  δώ­δε­κα α­πο­στό­λων στα έ­θνη
Εί­ναι δύ­ο δρό­μοι, ο έ­νας της ζω­ής και ο άλ­λος του θα­νά­του και  δι­α­φο­ρά με­γά­λη α­νά­με­σα στους δύ­ο δρό­μους.    
    Η ο­δός της ζω­ής εί­ναι η ε­ξής: πρώ­τον α­γα­πή­σεις τον Θε­όν τον ποι­ή­σαν­τα σε, δεύ­τε­ρον τον πλη­σί­ον σου ως σε­αυ­τόν. Και πάν­τα ό­σα ε­άν θε­λή­σe­ις να μη σου κά­μουν,   μην  τα  κά­νης και   συ   στους   άλ­λους.
Και αυ­τών των ρη­τών η δι­δα­χή εί­ναι η έ­ξης· Ευ­λο­γεί­τε τους κα­τα­ρω­μέ­νους η­μίν και προ­σεύ­χε­σθε υ­πέρ των ε­χθρών υ­μών και νη­στεύ­ε­τε υ­πέρ των δι­ω­κόν­των υ­μάς· ποί­α γαρ χά­ρις, ε­άν α­γα­πά­τε τους α­γα­πών­τας υ­μάς; Ου­χί και τα έ­θνη τού­το ποι­ού­σιν; Άλ­λα σεις φι­λεί­τε τους μι­σούν­τας υ­μάς και δεν θα έ­χε­τε ε­χθρό. Ά­πέ­χου των σαρ­κι­κών ε­πι­θυ­μι­ών. Ε­άν σε ρα­πί­ση κα­νείς εις την δε­ξιάν σι­α­γό­να, στρέ­ψον αυ­τώ και την άλ­λην, και έ­ση τέ­λει­ος. "Αν αγ­γα­ρεύ­ση σε τις μί­λιον εν, ύ­πα­γε με­τ' αυ­τού δύ­ο· αν σου πά­ρη κα­νείς το ι­μά­τιό σου, δό­σε του και τον χι­τώ­να· αν σου α­φαί­ρε­ση κα­νείς το σον, μη α­παί­τει· ού­τε μπο­ρείς να το κά­νης. Παν­τί τω αι­τούν­τι σε δί­δου και μη α­παί­τει· δι­ό­τι σ' ό­λους θέ­λει να δί­νης ο πα­τήρ α­πό ό­σα έ­χεις χα­ρί­σμα­τα. Μα­κά­ριος ο­ποί­ος δί­νει, κα­τά την εν­το­λή· 
Η  δευ­τέ­ρα δε εν­το­λή της δι­δα­χής εί­ναι ου φο­νεύ­σεις, ου μοι­χεύ­σεις, να μην ά­σελ­γή­σης, να μην πορ­νεύ­σης, ου κλέ­ψεις, να μη χρη­σι­μο­ποί­η­σης .μά­για, να μη φαρ­μα­κώ­σης, να μη σκο­τώ­σης το παι­δί στην κοι­λιά η α­φού γεν­νη­θή.
Ουκ ε­πι­θυ­μή­σεις τα   του     πλη­σί­ον,    ουκ   ε­πι­ορ­κή­σεις,   ου   ψευ­δο­μαρ­τυ­ρή­σεις, να μη κα­κο­λο­γή­σης, να μη κρα­τή­σης μνη­σι­κα­κί­α. Να μην εί­σαι δί­γνω­μος ού­τε δί­γλωσ­σος· δι­ό­τι η δι­γλωσ­σί­α εί­ναι πα­γί­δα θα­νά­του. Να μην εί­ναι ο λό­γος σου ψεύ­τι­κο­ςo­ύ­τε ά­δει­ος, αλ­λά με­στός α­πό έρ­γα. Να μην εί­σαι πλε­ο­νέ­κτης ού­τε άρ­παξ ού­τε υ­πο­κρι­τής ού­τε κα­κο­ή­θης ού­τε πε­ρή­φα­νος. Να μην παίρ­νης πο­νη­ρές α­πο­φά­σεις ε­ναν­τί­ον του πλη­σί­ον σου. Να μη μι­σή­σης κα­νέ­να άν­θρω­πο, αλ­λά άλ­λους μεν να τους έ­λεγ­ξης, για άλ­λους δε να προ­σευ­χη­θής κι' άλ­λους να τους αγα­πή­σης πά­νω α­πό την ψυ­χή σου
Τέ­κνο μου, α­πό­φευ­γε κά­θε τι το πο­νη­ρό κι ο,τι μοιά­ζει για πο­νη­ρό. Μη γί­νε­σαι όρ­γί­λος, δι­ό­τι η ορ­γή ο­δη­γεί στον φό­νο, μή­τε ζη­λιά­ρης μή­τε φι­λό­νει­κος μή­τε θυ­μώ­δη­ς' δι­ό­τι ά­π' ό­λα αυ­τά γί­νον­ται οι φό­νοι. Τέ­κνο μου, μην εί­σαι ε­πι­θυ­μη­τής, δι­ό­τι η ε­πι­θυ­μί­α ό­δη­γει στην πορ­νεί­α, μή­τε αί­σχρο­λό­γος μή­τε θρα­σύς στα μά­τια δι­ό­τι ά­π' ό­λα αυ­τά γί­νον­ται, οι μοι­χεί­ες. Τέ­κνο μου, μην προ­σέ­χης στις οί­ω­νο­σκο­πί­ες, δι­ό­τι ο­δη­γούν στην εί­δω­λο­λα­τρεία, μή­τε τις α­πό­κρυ­φες ε­πι­στή­μες· ού­τε να τα βλέ­πης ο­ύ­τε να τ' ά­κο­ύς τέ­τοι­α πράγ­μα­τα. Δι­ό­τι ό­λα αυ­τά γεν­νούν την εί­δω­λο­λα­τρεία. Τέ­κνο μου, μην εί­σαι ψεύ­της, δι­ό­τι τα ψέμ­μα­τα ο­δη­γούν στην κλο­πή, μή­τε φι­λάρ­γυ­ρος μή­τε κε­νό­δο­ξος* δι­ό­τι ά­π' ό­λα αυ­τά γί­νον­ται οι κλο­πές. Τέ­κνο μου, να μην εί­σαι γογ­γυ­στής, δι­ό­τι αυ­τό ό­δη­γεί στη βλα­σφη­μί­α, μή­τε αυ­θά­δης μή­τε πο­νη­ρό­μυα­λος· ά­π' ό­λα αυ­τά γί­νον­ται οι βλα­σφη­μί­ες. Άλ­λα να εί­σαι πρά­ος, δι­ό­τι οι πρα­είς κλη­ρο­νο­μή­σου­σι την γην. Να εί­σαι μα­κρό­θυ­μος και ε­λε­ή­μων και ά­κα­κος και η­σύ­χιος και α­γα­θός και να τρέ­μης πάν­τα τους λό­γους που ά­κου­σες. Να μην ύ­ψώ­νης τον ε­αυ­τό σου και να μη δώ­σης στην ψυ­χή σου θρά­σος. Να μη κολ­λη­θή η ψυ­χή σου στους δο­ξα­σμέ­νους του κό­σμου, άλ­λα να θέλ­γε­σαι στη συν­τρο­φιά δι­καί­ων και  τα­πει­νών. "Ο,τι σου συμ­βαί­νει, να το δέ­χε­σαι ως κα­λό, ξέ­ρον­τας ότι τί­πο­τε δεν γί­νε­ται χω­ρίς να το έ­πι­τρέ­πη ο Θε­ός.

Τέ­κνο μου, του λα­λούν­τος σοι τον λό­γον του Θε­ού μνη­σθή­ση νύ­χτα και μέ­ρα, να τον τι­μάς δε ως τον ι­διο τον Κύ­ριο* δι­ό­τι ε­κεί ο­πού κη­ρύσ­σε­ται ο Κύ­ριος, ε­κεί εί­ναι ο ί­διος. Και κα­θη­με­ρι­νά να ζη­τάς με δί­ψα τα πρό­σω­πα α­γί­ων, για να α­να­παύ­ε­σαι πά­νω στα λό­για τους.  Να μην κά­νης σχί­σμα,  αλ­λά να ει­ρη­νεύ­ης ε­κεί­νους που μά­χον­ται. Κρί­νεις δι­καί­ως, να μην εί­σαι προ­σω­πο­λή­πτης ό­ταν έ­λέγ­χης πα­ρα­πτώ­μα­τα. Να μη δι­ψυ­χή­σης, κυ­μαι­νό­με­νος α­νά­με­σα στα πρό­σω­πα.
Να μην α­πλώ­νε­ται εύ­κο­λα το χέ­ρι σου ό­ταν πρό­κει­ται να. πά­ρης και να μη μα­ζεύ­ε­ται ό­ταν πρό­κει­ται να δώ­σης. "Αν έ­χης κά­τι να δώ­σης, θα δώ­σης συγ­χρό­νως λύ­τρω­σι και στις α­μαρ­τί­ες σου. Να μη δι­στά­σης να δώ­σης, κι' ό­ταν δί­νης να μην κλαί­γε­σαι. Και θα μά­θης έ­τσι ποι­ος εί­ναι ο κα­λός άν­τα­πο­δό­της του μι­σθού. Να μη γυ­ρί­ζης το πρό­σω­πο σου αλ­λού, ό­ταν κά­ποι­ος έ­χη την α­νάγ­κη σου κι' ο,τι έ­χεις να το μοι­ρά­ζης με τον α­δελ­φό σου,, μη θαρ­ρών­τας τί­πο­τε δι­κό σου. Δι­ό­τι, αν μοι­ρά­ζε­στε την α­θα­να­σί­α,  δεν  θα  μοι­ρα­σθή­τε τα  φθαρ­τά ;
Να μη σήηκώ­σης τη φρον­τί­δα σου ά­πό τον γυι­ό σου η την κό­ρη σου, άλ­λα ά­πό τα τρυ­φε­ρά τους χρό­νια να τους δι­δά­ξης τον φό­βο του     Θε­ο­ύ. Να μην εί­σαι α­πό­το­μος και πι­κρό­χο­λος στον υ­πη­ρέ­τη η την υ­πη­ρέ­τρια σου, που ελ­πί­ζουν στον ί­διο Θε­ό με σέ­να, για να μην α­γα­να­κτή­σουν σ' αυ­τόν, που εί­ναι κοι­νός Θε­ός σας. Ο Θε­ός δεν έρ­χε­ται να κα­λέ­ση τον ε­να η τον άλ­λον, άλ­λα ό­λους ό­σους το· Πνεύ­μα ε­τοί­μα­σε. Κα! σεις οι υ­πη­ρέ­τες να ύ­πο­τάσ­σε­σθε στους κυ­ρί­ους σας σαν να εί­ναι τύ­ποι του Θε­ού, με συ­στο­λή και φό­βο.
Να μι­σή­σης κά­θε εί­δος υ­πο­κρι­σί­ας και κά­θε τι που δεν εί­ναι α­ρε­στό στον Κύ­ριο. Να μην πα­ρα­βής τας έν­το­λάς Κυ­ρί­ου, φυ­λά­ξεις δε ό­σα πα­ρέ­λα­βες, μή­τε προ­στι­θείς μή­τε α­φαι­ρών. Στην εκ­κλη­σί­α να εξο­μο­λο­γή­σαι τα πα­ρα­πτώ­μα­τα σου και να μην έρ­χε­σαι στην προ­σευ­χή με συ­νεί­δη­σι ρυ­πα­ρή. Αυ­τός εί­ναι. ο  δρό­μος της  ζω­ής.
Και ο δρό­μος του θα­νά­του εί­ναι ο έ­ξης : πρώ­τα ά­π' ό­λα εί­ναι, πο­νη­ρός και με­στός από κα­τά­ρα- φό­νοι, μοι­χεί­αι, ε­πι­θυ­μί­αι, πορ­νεί­αι, κλο­παί, ει­δω­λο­λα­τρεί­ες, μα­γεί­ες, φαρ­μα­κί­ες, άρ­πα­γες, ψευ­δόμαρ­τυ­ρί­ες, υ­πο­κρι­σί­ες, δι­πλο­καρ­δί­α, δό­λος-, υ­πε­ρη­φά­νεια, κα­κί­α, αυ­θά­δεια, πλε­ο­νε­ξί­α, αι­σχρο­λο­γί­α, ζη­λο­τυ­πί­α, θρα­σύ­της, καύ­χη­σις, α­λα­ζο­νεί­α, α­φο­βί­α. Έ­κε­ί περ­πα­τούν ό­σοι δι­ώ­κουν τους α­γα­θούς, μι­σούν την α­λή­θεια, α­γα­πούν το ψεύ­δος, δεν ξέ­ρουν τον μι­σθό της δι­και­ο­σύ­νης, δεν κολ­λών­ται στο α­γα­θό ού­τε σε δί­και­η κρί­σι, δεν α­γρυ­πνούν στο α­γα­θό, άλ­λα στο πο­νη­ρό. Ά­π' αυ­τούς εί­ναι μα­κρυ­ά η πρα­ό­της και η υ­πο­μο­νή,μά­ται­α α­γα­πών­τες, δι­ώ­κον­τες άν­τα­πό­δο­μα. Δεν ε­λε­ούν τον πτω­χό, δεν συμ­πο­νούν τον βα­σα­νι­σμέ­νο, δεν κου­ρά­ζον­ται με τον κου­ρα­σμέ­νο, δεν α­να­γνω­ρί­ζουν τον δη­μι­ουρ­γό τους. Φο­νε­ίς τέ­κνων. Κα­τα­στρέ­φουν το πλά­σμα του Θε­ού. Μέ­νουν α­νάλ­γη­τοι σ' όσους έχουν α­νάγ­κη, κα­τα­θλί­βουν τόν α­δι­κού­με­νο, χα­ϊ­δεύ­ουν τους πλου­σί­ους, κρί­νουν α­νε­λέ­η­τα τους πέ­νη­τες, βρί­θουν ά­πό α­μαρ­τί­α.   Εί­θε να σω­θή­τε, τέ­κνα,  ά­π' όλα αυ­τά.

Κύτ­τα­ξε, μη τις σε πλα­νή­ση ά­πό τον δρό­μο αυ­τής της δι­δα­χής και σε ξε­στρα­τί­ση με τη δι­δα­σκα­λί­α του ά­πό το θέ­λη­μα το­υ Θε­ού. "Αν μπο­ρής να βα­στάς ό­λο τον ζυ­γό του Κυ­ρί­ου, θα εί­σαι τέ­λει­ος. "Λν δεν μπο­ρής ο­λό­κλη­ρον, βά­στα­ξε τον ό­σο μπο­ρείς. "Ο­σο για τη νη­στεί­α, κρά­τα την ό­σο αν­τέ­χεις. 'Α­πό τα σφά­για των θυ­σι­ών πρό­σε­χε πο­λύ- δι­ό­τι εί­ναι λα­τρεί­α α­νύ­παρ­κτων θε­ών.

"Οσο για το βάπτισμα, έτσι να βαπτίζετε· ά­φού πή­τε προ­η­γου­μέ­νως ό­λα τα σχε­τι­κά, βα­πτί­σα­τε εις το ό­νο­μα του Πα­τρός και του Υί­ού και του Α­γί­ου Πνεύ­μα­τος σε νε­ρό μό­λις αν­τλη­μέ­νο. Και αν δεν έ­χεις νε­ρό τέ­τοι­ο, βά­πτι­σε σε άλ­λο νε­ρό· κι αν δεν μπο­ρείς σε δρο­σε­ρό, σε χλια­ρό. Κι' αν δεν έ­χεις ού­τε ά­πό το έ­να ου­τε ά­πό το άλ­λο, χύ­σε πά­νω στο κε­φά­λι τρεις φο­ρές νε­ρό εις ό­νο­μα του Πα­τρός κα­ι του Υιού και  του Α­γί­ου Πνεύ­μα­τος. Και πριν α­πό το βά­πτι­σμα, να νη­στεύ­σουν ε­κεί­νος που θα βά­πτι­ση και ε­κεί­νος που θα βα­πτι­σθή, α­κό­μη και ό­σοι άλ­λοι μπο­ρούν. Και να προ­στά­ξης αυ­τόν που πρό­κει­ται να βα­πτι­σθή, να νη­στεύ­ση μί­α δύ­ο η­μέ­ρες πριν.

Αι δε νη­στείαι σας να μην εί­ναι σαν ε­κεί­νες των υ­πο­κρι­τών, που νη­στεύ­ουν τη Δευ­τέ­ρα και την Πέμ­πτη. Σεις να νη­στεύ­ε­τε Τε­τάρ­τη και Πα­ρα­σκευ­ή. Μή­τε να προ­σεύ­χε­σθε ως οι ύ­πο­κρι­ταί, άλ­λα κα­θώς ώ­ρι­σε ο Κύ­ριος στο Ευ­αγ­γέ­λιο του, ού­τω προ­σεύ­χε­σθε· Πά­τερ η­μών ο εν τω ού­ρα­νώ, ά­γι­α­σθή­τω το ό­νο­μα σου, έλ­θέ­τω η βα­σι­λεί­α σου, γε­νη­θή­τω το θέ­λη­μα σου ως εν ού­ρα­νώ και ε­πί γης· τον άρ­τον η­μών τον ε­πι­ού­σιον δος ή­μίν σή­με­ρον, και ά­φες η­μίν την ο­φει­λήν η­μών, ως και η­μείς ά­φί­ε­μεν τοις ό­φει­λέ­ταις η­μών, και μη εί­σε­νέγ­κης η­μάς εις πει­ρα­σμόν,  αλ­λά ρύ­σαι η­μάς ά­πό το­υ πο­νη­ρού.   Δι­ό­τι σε σέ­να α­νή­κει η δύ­να­μις και   η  δό­ξα στους αι­ώ­νες. Τρεις φο­ρές την ή­με­ρα, έ­τσι να προ­σεύ­χε­σθε.

"Ο­σο για τη θεί­α ευ­χα­ρι­στί­α, αυ­τές τις ευ­χα­ρι­στή­ρι­ες ευ­χές να λέ­τε. Πρώ­τα για το πο­τή­ριο· Σ' ευ­χα­ρι­στού­με, Πα­τέ­ρα μας, για την α­γί­α άμ­πε­λο Δαυ­ΐδ του δού­λου σου, που μας τη χά­ρι­σες δια του Υι­ού σου Ί­η­σο­ύ· σε σέ­να ας εί­ναι η δό­ξα στους αι­ώ­νες. Για δε τον άρ­το· Σ' ευ­χα­ρι­στού­με, πα­τέ­ρα μας, για τη ζω­ή και τη γνώ­σι που μας χά­ρι­σες δια του υι­ού σου Ι­η­σού· σε σέ­να ας εί­ναι η δό­ξα στους αι­ώ­νες. "Ο­πως αυ­τός ο άρ­τος ή­ταν σκορ­πι­σμέ­νος πά­νω στα ό­ρη και μα­ζεύ­θη­κε και έ­γι­νε έ­νας, έ­τσι ας μα­ζευ­θή και η εκ­κλη­σί­α σου ά­πο τα πέ­ρα­τα της γης στη βα­σι­λεί­α σου. Δι­ό­τι δι­κή σου εί­ναι η δό­ξα και η δύ­να­μις δια του Ί­η­σού Χρι­στού στους αι­ώ­νες. Και κα­νείς να μη με­τα­λά­βη ά­πο τον άρ­το και τον οί­νο πα­ρά μο­νά­χα ό­σοι βα­πτί­σθη­καν στο ό­νο­μα του Κυ­ρί­ου. Δι­ό­τι γι'  αυ­τό εί­πε ο Κύ­ριος-  Μη   δώ­τε το   ά­γιον τοις  κυ­σί.
Κι ά­φου με­τα­λά­βε­τε, πέ­στε αυ­τή την ευ­χα­ρι­στή­ριο  ευ­χή· Σ' ευ­χα­ρι­στού­με, πα­τέ­ρα ά­γι­ε, για το ά­γιο ο­νο­μά σου και δι­ό­τι κα­τε­σκή­νω­σες στις καρ­δι­ές μας και για τη γνώ­σι, την πί­στι και την α­θα­να­σί­α, που μας χά­ρι­σες δια το­υ Υι­ού σου Ί­η­σού· σε σέ­να ας εί­ναι η δό­ξα στους αι­ώ­νες. Συ, Δέ­σπο­τα Παν­το­κρά­τορ, έ­κτι­σας τα πάν­τα για χά­ρι το­υ ο­νό­μα­τος σου κι' έ­δω­σες τρο­φή και πο­τό στους αν­θρώ­πους να τ' α­πο­λαμ­βά­νουν και να σ' ευ­χα­ρι­στούν, και σε μας χά­ρι­σες πνευ­μα­τι­κή τρο­φή και πό­σι και ζω­ή αι­ώ­νιο δια το­υ Υι­ού σου. Για ό­λα σ' ευ­χα­ρι­στο­ύ­με, δι­ό­τι είσαι δυνατός· σε σέ­να ας εί­ναι η δό­ξα στους αι­ώ­νες. Μνή­σθη­τι, Κύ­ρι­ε, της εκ­κλη­σί­ας σου για να τη γλυ­τώ­σης ά­πο κά­θε πο­νη­ρό και να την κά­νης τε­λεί­α μέ­σα στην α­γά­πη σου και σύ­να­ξον αυ­τήν ά­πο των τεσ­σά­ρων ά­νέ­μων· ά­φο­ύ την ά­γιά­σης,στη βα­σι­λεί­α σου, που της ε­τοί­μα­σες· δι­ό­τι σε σέ­να α­νή­κει η δύ­να­μις και η δό­ξα στους αι­ώ­νες. "Ας έλ­θη η χά­ρις και ας πα­ρέλ­θη ο κό­σμος αυ­τός ε­δώ. Ω­σαν­νά τω Θε­ώ Δαυ­ΐδ. "Ο­ποι­ος εί­ναι ά­γιος, ας προ­σέλ­θη· ο­ποί­ος δεν εί­ναι, ας με­τα­νο­ή­ση· μα­ράν ά­θά· α­μήν. Κι αυ­τούς που έ­χουν προ­φη­τι­κό χά­ρι­σμα να τους α­φή­νε­τε να ευ­χα­ρι­στούν τον  θε­ό με αυ­το­σχέ­δι­ες προ­σευ­χές.
"Ο­ποι­ος, λοι­πόν, έλ­θη και σας δι­δά­ξη ο­λα αυ­τά που προ­εί­πα­με,  να τον  ύ­πο­δέ­χε­σθε.   Κι'  αν αυ­τός που δι­δά­σκει ε­κτρο­χια­σθή σε άλ­λη δι­δα­σκα­λί­α που εί­ναι κα­τα­λυ­τι­κή, μη τον ά­κου­τε πλέ­ον άλ­λ' ό­σο σας προ­σθέ­τει δι­και­ο­σύ­νη και γνώ­σι του Κυ­ρί­ου, να τον δέ­χε­σθε σαν τον ί­διο τον Κύ­ριο.
"Ο­σο για τους α­πο­στό­λους και προ­φή­τες, να κά­νε­τε σύμ­φω­να με τις εν­το­λές του Ευ­αγ­γε­λί­ου. Κά­θε α­πό­στο­λος που άρ­χε­ται α­νά­με­σα σας, να γί­νε­ται δε­κτός ως ο ί­διος ο Κύ­ριος. Και δεν θα μέ­νη πα­ρά μο­νά­χα μί­α η­μέ­ρα* κι' αν εί­ναι α­νάγ­κη, θα μεί­νη και τη δεύ­τε­ρη* αν ομως μείνη τρεις μέ­ρες, εί­ναι ψευ­δο­προ­φή­της. Και α­να­χω­ρών­τας ο α­πό­στο­λος τί­πο­τε να μην παίρ­νη πα­ρά ψω­μί, ο­σο για να πο­ρέ­ψη* κι' αν ζή­τα χρή­μα­τα, εί­ναι ψευ­δο­προ­φή­της.
Και κά­θε προ­φή­τη που μι­λά μέ­σα στο Πνεύ­μα το "Α­γιο να μην τον εκ­πει­ρά­σε­τε ού­τε να αμ­φι­βάλ­λε­τε. Δι­ό­τι πά­σα α­μαρ­τί­α α­φε­θή­σε­ται, αλ­λά αύ­τη η α­μαρ­τί­α ουκ ά­φε­θή­σε­ται. Και δεν εί­ναι προ­φή­της ο κα­θέ­νας που μι­λεί πνευ­μα­τι­κά, αλ­λά μο­νά­χα ό­ποι­ος έ­χει τους τρό­πους του Κυ­ρί­ου. Ά­πό τους τρό­πους, λοι­πόν, θα γί­νη αν­τι­λη­πτός ο ψευ­δο­προ­φή­της και ο προ­φή­της. Και κά­θε προ­φή­της που ο­ρί­ζει να γί­νη πνευ­μα­τι­κή τρά­πε­ζα, δεν θα φά­η ά­π' αυ­τή, άλ­λοι­ώς εί­ναι ψευ­δο­προ­φή­της. Και κά­θε προ­φή­της που δι­δά­σκει την α­λή­θεια και δεν κά­νει ό­σα δι­δά­σκει, εί­ναι ψευ­δο­προ­φή­της. Και κά­θε προ­φή­της δο­κι­μα­σμέ­νος, α­λη­θι­νός, που λαμ­βά­νει μέ­ρος στη μυ­στη­ρι­ώ­δη ερ­γα­σί­α της Εκ­κλη­σί­ας μέ­σα στον κό­σμο και δεν δι­δά­σκει να κά­νε­τε ό­σα ο ί­διος κά­νει, δεν θα κρι­θή από σας* μό­νος ο Θε­ός ξέ­ρει για­τί συμ­πε­ρι­φέ­ρε­ται έ­τσι. "Ε­τσι γι­νό­ταν και με τους αρ­χαί­ους προ­φή­τες. Κι ό­ποι­ος πη, μι­λών­τας πνευ­μα­τι­κά* δό­στε μου χρή­μα­τα η κά­τι άλ­λο πα­ρό­μοι­ο, να μη τον α­κού­σε­τε. '­Αλ­λα αν σας πη να δώ­σε­τε για άλλους που  στερούνται,  κανείς να  μη  τον  κατακρίνη.
Κά­θε έ­νας ερ­χό­με­νος εν ο­νό­μα­τι Κυ­ρί­ου, να γί­νε­ται δε­κτός. Κα­τό­πιν, ά­φου τον δο­κι­μά­σε­τε, θα κα­τα­λά­βε­τε πε­ρί τί­νος πρό­κει­ται, δι­ό­τι θα φω­τι­σθή­τε ώ­στε να τον κρα­τή­σε­τε αν εί­ναι κα­λος η να τον δι­ώ­ξε­τε αν δεν εί­ναι. "Αν εί­ναι πε­ρα­στι­κος αύ­τος που έρ­χε­ται, βο­η­θή­στε τον ο­σο μπο­ρεί­τε* και δεν θα μεί­νη κον­τά σας πα­ρά δύ­ο η τρεις μέ­ρες, αν  εί­ναι α­νάγ­κη. '­Αλ­λα αν θέ­λη να κα­θί­ση κον­τά σας, ξέ­ρον­τας κά­ποι­α τέ­χνη, ας δου­λεύ­η κι ας τρώ­η. Κι αν δεν ξέ­ρει τέ­χνη, προ­νο­ή­στε ο­πως φω­τι­σθή­τε, ώ­στε να μη ζή­ση αρ­γός α­νά­με­σα σας χρι­στια­νός. Κι αν δεν θέ­λει να κά­νη έ­τσι,   εί­ναι χρι­στέμ­πο­ρος.      Να φυ­λά­γε­σθε ά­πό τέ­τοι­ους.

Και κά­θε προ­φή­της α­λη­θι­νός, που θέ­λει να κα­θί­ση μα­ζί σας, ά­ξιος ε­στί της τρο­φής αυ­τού. Ο α­λη­θι­νός δι­δά­σκα­λος εί­ναι ε­πί­σης ά­ξιος κι αυ­τός ό­πως ο ερ­γά­της της τρο­φή αυ­τού Κά­θε, λοι­πόν, πρω­το­γέν­νη­μα ά­πό τ' α­λώ­νι η το πα­τη­τή­ρι. ά­πό βό­δια και πρό­βα­τα θα τα ξε­χω­ρί­ζε­τε και θα τα φυ­λά­τε για τους προ­φή­τες· δι­ο­τι αυ­τοί εί­ναι οι, αρ­χι­ε­ρείς σας. Κι αν δεν έ­χε­τε προ­φή­τη, δό­στε τα στους φτω­χούς. Κι ά­πό το σι­τά­ρι της χρο­νιάς που μά­ζε­ψες στο σπή­τι σου, δι­ά­θε­σε έ­να μέ­ρος σύμ­φω­να με την  εν­το­λή. Ε­πί­σης αν α­νοί­ξης στα­μνί κρα­σιού η λα­διού, δόσε ένα μέρος στους προ­φή­τες. Ε­πί­σης κι α­πό χρή­μα­τα κι α­πό ρού­χα και α­πό κά­θε τι που α­πο­χτάς, χώ­ρι­σε έ­να με­ρος, ό­πως νο­μί­ζεις κα­λύ­τε­ρα και δι­ά­θε­σέ το  σύμ­φω­να με   την  εν­το­λή.
Και την η­μέ­ραν του Κυ­ρίου α­φού συ­να­χθή­τε, κό­ψε­τε τον άρ­το και τε­λέ­στε τη θεί­α ευ­χα­ρι­στί­α, α­φού ε­ξο­μο­λο­γη­θή­τε τα πε­ρα­πτώ­μα­τά σας για να εί­ναι η θυ­σί­α σας κα­θα­ρή. Και ό­ποι­ος ε­χει δι­α­φο­ρά με  τον σύν­τρο­φο του να μη λα­βαί­νη  μέ­ρος α­νά­με­σα σας, έ­ως ό­του συμ­φι­λι­ω­θούν, για να μη σπι­λω­θή η θυ­σί­α σας. Δι­ό­τι έ­τσι τη ζή­τη­σε ο Κύ­ριος, λέ­γον­τας· εν παν­τί τό­πω και σε κά­θε χρό­νο προ­σφέ­ρειν μοι θυ­σί­αν κα­θα­ράν ό­τι βα­σι­λεύς μέ­γας ει­μί, λέ­γει Κύ­ριος, και το ό­νο­μα μου θαυ­μα­στόν εν τοις έ­θνε­σι.
Χει­ρο­το­νή­σα­τε, λοι­πόν, για σας ε­πι­σκό­πους και δι­α­κό­νου,α­ξί­ους του Κυ­ρί­ου, άν­δρες πρά­ους και α­φι­λαρ­γύ­ρους και α­λη­θι­νούς και δο­κι­μα­σμέ­νους. Δι­ό­τι εί­ναι λει­τουρ­γοί του ι­δίου έρ­γου για σας  λει­τουρ­γούν οι προ­φή­τες και οι δι­δά­σκα­λοι. Μη  λοι­πόν  τους υ­πο­τι­μά­τε αυ­τοί εί­ναι οι τι­μη­μέ­νοι σας μα­ζί με τους προ­φή­τες και τους δα­σκά­λους.
Και να ε­λέγ­χε­τε ο έ­νας τον άλ­λον ό­χι σε ορ­γή, αλ­λά με ει­ρή­νη, ό­πως εν­τέλ­λε­ται το Ευ­αγ­γέ­λιο. Και να μη μι­λά­τε σε ό­ποι­ον βλά­ψη τον α­δελ­φό του, ου­τε να τον ά­κου­τε έ­ως ό­του με­τα­νο­ή­ση. Και  τις προ­σευ­χές σας και τις ε­λε­η­μο­σύ­νες σας και κά­θε άλ­λη πρά­ξι σας έ­τσι να την κά­νε­τε, ό­πως βλέ­πε­τε να δι­δά­σκον­ται μέ­σα στο   Ευ­αγ­γέ­λιο του   Κυ­ρί­ου μας.
Γρη­γο­ρεί­τε για τη ζω­ή σας· οι λύ­χνοι υ­μών να μη σβύ­σουν και   αι   ό­σφύ­ες υ­μών να  μη  ξε­σφι­χθουν,   άλ­λα γί­νε­σθε έ­τοι­μοι* ου γαρ ο­ί­δα­τε την ώ­ραν, εν η ο Κύ­ριος η­μών έρ­χε­ται. Να συ­νά­ζε­σθε συ­χνά έ­ποι­κο­δο­μών­τας τις ψυ­χές σας. Δεν θα σας ώ­φε­λή­ση ό­λος ο χρό­νος της πί­στε­ως σας, αν δεν ά­πο­δει­χθή­τε τέ­λει­οι στους έ­σχα­τους και­ρούς. Στις έ­σχα­τες ή­με­ρες θα πλη­θυν­θο­ύν οι ψευ­δο­προ­φή­τες και οι δι­α­φθο­ρείς και θα αλ­λά­ξουν τα. πρό­βα­τα σε λύ­κους και η α­γά­πη θα άλ­λά­ξη σε μί­σος. Θα με­γα­λώ­ση η α­νο­μί­α και θα α­νά­ψη μί­σος με­τα­ξύ των αν­θρώ­πων και θα δι­ώ­ξουν και θα πα­ρα­δώ­σουν στον θά­να­το ο έ­νας τον άλ­λο και τό­τε θα φα­νή ο κο­σμο­πλα­νευ­τής ως υι­ός του θε­ού και θα κά­μη ση­μεί­α και τέ­ρα­τα και η γη θα πα­ρα­δο­θή στα χέ­ρια του και θα κά­νη α­νό­σια πράγ­μα­τα που δεν εί­χαν γί­νει πο­τέ έ­ως τό­τε. Τό­τε θα μπη το γέ­νος μας στην ά­νο­μη πυ­ρά της δο­κι­μα­σί­ας και σκαν­δα­λι­θή­σον­ται πολ­λοί και θα χα­θούν, οι δε υ­πο­μοί­ναν­τες μέ­σα στην πί­στι τους σω­θή­σον­ται ά­π' αυ­τή την κα­τά­ρα. Και τό­τε φα­νή­σε­ται τα ση­μεί­α της α­λη­θεί­ας. Πρώ­το ση­μεί­ο θα εί­ναι το ξε­τύ­λιγ­μα του ου­ρα­νού, δεύ­τε­ρο φω­νή σάλ­πιγ­γος και τρί­το ά­νά­στα­σις νε­κρών. Και δεν θα α­να­στη­θούν στην α­λη­θι­νή ζω­ή ό­λοι, άλ­λα ό­πως ε­λέ­χθη "Η­ξει ο Κύ­ριος και πάν­τες οι ά­γιοι με­τ' αυ­τού. Τό­τε ό­ψε­ται ο κό­σμος τον Κύ­ριο έρ­χό­με­νον έ­πά­νώ των νε­φε­λών το­υ ού­ρα­νού.





1 σχόλιο:

  1. ΦΟΒΕΡΟ ΚΕΙΜΕΝΟ ...ΜΕ ΤΟΣΕΣ ΠΟΛΥΤΙΜΕΣ ΠΛΗΡΟΦΟΡΙΕΣ ΑΠΟ ΤΗ ΖΩΗ ΤΗΣ ΑΡΧΑΪΚΗΣ ΕΚΚΛΗΣΙΑΣ...!! ΕΥΧΑΡΙΣΤΟΥΜΕ ΘΕΡΜΑ...

    ΑπάντησηΔιαγραφή

Ροή δεδομένων

Ετικέτες-Κατηγορίες

p.Ioannis.Kiparissopoulos. Από το Blogger.

Πληροφορίες

Αναγνώστες

Αναζήτηση αυτού του ιστολογίου

ΑΓΙΑ ΓΡΑΦΗ

ΑΓΙΑ ΓΡΑΦΗ
Για να μπείτε στήν Αγία Γραφή κάντε κλίκ στην εικόνα

ΠΑΤΕΡΙΚΑ

ΠΑΤΕΡΙΚΑ
Για να μπείτε στις αναρτήσεις με τα Πατερικά κείμενα κάντε κλίκ στην εικόνα

ΑΓΙΟΣ ΝΙΚΟΔΗΜΟΣ Ο ΑΓΙΟΡΕΙΤΗΣ

ΑΓΙΟΣ ΝΙΚΟΔΗΜΟΣ Ο ΑΓΙΟΡΕΙΤΗΣ
Για να μπείτε στις αναρτήσεις κάντε κλίκ στην εικόνα

ΑΓΙΟΣ ΛΟΥΚΑΣ Ο ΙΑΤΡΟΣ

ΑΓΙΟΣ ΛΟΥΚΑΣ Ο ΙΑΤΡΟΣ
Για να μπείτε στις αναρτήσεις κάντε κλίκ στην εικόνα

ΑΓΙΟΙ ΕΦΡΑΙΜ ΚΑΙ ΙΣΑΑΚ ΟΙ ΣΥΡΙΟΙ

ΑΓΙΟΙ ΕΦΡΑΙΜ ΚΑΙ ΙΣΑΑΚ ΟΙ ΣΥΡΙΟΙ
Για να μπείτε στις αναρτήσεις κάντε κλίκ στην εικόνα

ΛΟΓΟΙ ΚΑΙ ΚΛΙΜΑΞ Αγίου Ιωάννου Σιναϊτου

ΛΟΓΟΙ ΚΑΙ ΚΛΙΜΑΞ  Αγίου Ιωάννου Σιναϊτου
Για να μπείτε στις αναρτήσεις κάντε κλίκ στην εικόνα

Ορθόδοξο Συναξάρι

Επικοινωνήστε μαζί μας…...

Όνομα

Ηλεκτρονικό ταχυδρομείο *

Μήνυμα *

ΓΕΡΩΝ ΠΑΪΣΙΟΣ Ο ΑΓΙΟΡΕΙΤΗΣ

ΓΕΡΩΝ  ΠΑΪΣΙΟΣ Ο ΑΓΙΟΡΕΙΤΗΣ
Για να μπείτε στις αναρτήσεις κάντε κλίκ στην εικόνα

ΓΕΡΩΝ ΠΟΡΦΥΡΙΟΣ

ΓΕΡΩΝ ΠΟΡΦΥΡΙΟΣ
Για να μπείτε στις αναρτήσεις κάντε κλίκ στην εικόνα

Γέροντας Ιάκωβος Τσαλίκης

Γέροντας Ιάκωβος Τσαλίκης
Για να μπείτε στις αναρτήσεις κάντε κλίκ στην εικόνα

ΑΓΙΟΣ ΚΟΣΜΑΣ Ο ΑΙΤΩΛΟΣ

ΑΓΙΟΣ ΚΟΣΜΑΣ Ο ΑΙΤΩΛΟΣ
Για να μπείτε στις αναρτήσεις κάντε κλίκ στην εικόνα

Γέροντας Ιωσήφ Βατοπαιδινός

Γέροντας Ιωσήφ Βατοπαιδινός
Για να μπείτε στις αναρτήσεις κάντε κλίκ στην εικόνα

Γέροντας Ιωσήφ ο Ησυχαστής

Γέροντας Ιωσήφ ο Ησυχαστής
Για να μπείτε στις αναρτήσεις κάντε κλίκ στην εικόνα

Γέροντας Εφραίμ Κατουνακιώτης

Γέροντας Εφραίμ Κατουνακιώτης
Για να μπείτε στις αναρτήσεις κάντε κλίκ στην εικόνα

Άγιος Σιλουανός ο Αθωνίτης

Άγιος Σιλουανός ο Αθωνίτης
Για να μπείτε στις αναρτήσεις κάντε κλίκ στην εικόνα

Άγιος Νεκτάριος Επίσκοπος Πενταπόλεως

Άγιος Νεκτάριος Επίσκοπος Πενταπόλεως
Για να μπείτε στις αναρτήσεις κάντε κλίκ στην εικόνα

ΑΓΙΟΣ ΣΥΜΕΩΝ Ο ΝΕΟΣ ΘΕΟΛΟΓΟΣ

ΑΓΙΟΣ ΣΥΜΕΩΝ Ο ΝΕΟΣ ΘΕΟΛΟΓΟΣ
Για να μπείτε στις αναρτήσεις κάντε κλίκ στην εικόνα

ΑΓΙΟΣ ΙΩΑΝΝΗΣ Ο ΔΑΜΑΣΚΗΝΟΣ

ΑΓΙΟΣ ΙΩΑΝΝΗΣ Ο ΔΑΜΑΣΚΗΝΟΣ
Για να μπείτε στις αναρτήσεις κάντε κλίκ στην εικόνα

Συνολικές προβολές σελίδας